Τίτλοι τέλους μιας ομάδας, μιας ιστορίας…

Η Ξάνθη δεν μένει πια εδώ…

Η Ξάνθη αποσύρθηκε κι επίσημα σήμερα από τη Super League 2. Aναμενόμενο, καθώς από καιρό είχαν κατέβει οι διακόπτες. Ωστόσο μου κακοφαίνεται.

Οχι επειδή πρόκειται για «ακριτική ομάδα» (ποτέ μου δεν κατάλαβα γιατί επι-γράφουν ακριτική την Ξάνθη που συνορεύει με τη Βουλγαρία κι όχι τον Πανσερραϊκό και τη Δόξα Δράμας, ή ακριτικό τον ΠΑΣ Γιάννινα που είναι πλάι στην Αλβανία). Ούτε εκκινώ από «εθνική ευαισθησία» (ας μην το σκαλίσουμε αυτό, έχει βόθρο από κάτω…). Μου κακοφαίνεται λόγω ιδιαίτερων δεσμών με την πόλη, κι εξ αίματος κι εξ αγχιστείας. Θα μπορούσα, φερ’ ειπείν, να είλκυα τη μισή μου -ξανθιώτικη- καταγωγή από τη… Λαμία, αλλά τι να κάνουμε; Δεν τα επιλέγεις αυτά, σου τυχαίνουν και ζεις μ’ αυτά. Μου κακοφαίνεται και γιατί πρωτοπήγα παιδάκι (με πρωτοπήγαν για την ακρίβεια) στο γήπεδο του ΑΟΞ στα 70ς, με το τερέν χωμάτινο. Όσο να πεις, αυτά σε ακολουθούν μέχρι τέλους…

Προφανώς και οι ευθύνες για το σκάσιμο της ΠΑΕ βαραίνουν πρωτίστως αυτόν τον «θείο από την Αυστραλία», τον Μπιλ Πάπας, ο οποίος εμφανίστηκε το 2020 ως ιδιοκτήτης, να μοιράζει τα εκατομμύρια (με τα τρωκτικά από κοντά…) θαρρείς και ήταν ΑΟΞάρα(ς) από τότε που έπαιζε με τα κουβαδάκια του στο Σίδνεϊ. Ενας τύπος, που όπως φαίνεται εκ των υστέρων, τον κυνηγάνε στην Αυστραλία μέχρι και τα… καγκουρό (σίγουρα πάντως τον κυνηγάνε οι τράπεζες), ενώ στην Ελλάδα έχει φεσώσει (και κρύβεται απ’) όποιον έχει περάσει απ’ τα Πηγάδια τον τελευταίο χρόνο, με συνέπεια η ομάδα να διαλυθεί και κάποιοι γύρω απ’ αυτήν -όσοι είχαν απομείνει να νοιάζονται- να κατεβαίνουν από το συννεφάκι όπου ζούσαν. Πολλά μπορείς να πεις για τα μετοχικά της τα τελευταία χρόνια, για την υπόθεση της πολυϊδιοκτησίας, για τον υποβιβασμό κ.λπ. Ομως, όλες οι επαρχιακές ομάδες κάποια στιγμή πέρασαν τις κακουχίες τους. Απλώς, η Ξάνθη είναι μια πόλη δίχως… αντισώματα, με «δομικές» ιδιαιτερότητες ποδοσφαιρικά, και στην κοσμάρα της γενικά. Γι’ αυτό και ίσως νεκρώσει ποδοσφαιρικά για περισσότερο από οποιαδήποτε άλλη πόλη.

Είναι, πάντως, λίγο και Θεία Δίκη η ιστορία, όσο και αν ενοχλεί τους Ξανθιώτες. Όταν την ομάδα την είχε ο Πανόπουλος (31 σερί χρόνια στην Α’ Εθνική, μ’ έναν τελικό Κυπέλλου και μερικές ευρωπαϊκές συμμετοχές), το ένα τους βρώμαγε… το άλλο τους ξίνιζε. Λάθη έκανε κι ο Πανόπουλος, βέβαια (τρεις δεκαετίες ήταν αυτές…), ενώ και αλαζονεία τον διέκρινε και με τα σύμβολα «έπαιξε» και χίλια δύο κουσούρια μπορεί να είχε. Όμως, γιατί έπρεπε ν’ απλώσει τα πόδια έξω απ’ το πάπλωμα  ή να… πάει φυλακή για την Ξάνθη των συγκεκριμένων εσόδων και της συγκεκριμένης δυναμικής; Και γιατί θα έπρεπε να τρυπήσει τις τσέπες του για να χτυπήσει… πρωτάθλημα; Ούτε καν το έδαφος για μια πρόσκαιρη παρόρμηση δεν του έδινε -δώ και πολλά χρόνια- η πόλη… Είχε τα φτηνότερα διαρκείας σε… ΕΟΚ και ΝΑΤΟ, σε εξευτελιστικές τιμές, γκρίνιαζαν οι Ξανθιώτες γιατί δεν βγάζει μεμονωμένα εισιτήρια. Είχε φτιάξει γήπεδο πιο σύγχρονο από το παλιό, πού να τρέχουμε… πέντε χιλιόμετρα απ’ την πόλη. Είχε προπονητήριο με γήπεδα, ξενοδοχείο κ.λπ., έλεγαν είναι έμπορος… Έπαιζε τελικό Κυπέλλου κι έβαζε δωρεάν μετακίνηση, μπας και διαθέσει τα 5.000 εισιτήρια που είχε πάρει για το ΟΑΚΑ, άλλοι έψαχναν για δικαιολογία κι άλλοι για τζάμπα πρόσκληση απ’ τον Γκιρτζίκη… Εφερνε ξένους παίκτες, προφανώς  στα οικονομικά μέτρα της Ξάνθης και με την προσδοκία να του «βγει» κάποιος απ’ τους τόσους… γιατί φέρνει ξένους και γιατί δεν παίζουν τα δικά μας παιδιά. Επαιζαν τα «δικά μας παιδιά», το γύριζαν το παραμύθι: έπρεπε, λέει, να τα στηρίξει με καλούς ξένους… Ή το γύριζαν τελείως τούμπα το παραμύθι: πού να πας με τον Ράνο, τον Ορφανίδη, τον Χατζητερζόγλου κ.ά. (και πράγματι, ούτε ένας από δαύτους δεν αγωνίζεται στη Super League 1 σήμερα). Ανέβαινε ο Πανόπουλος στην Ξάνθη, γιατί δεν βγαίνει στα μαγαζιά, να φάει… σουβλάκια ή να μιλήσει στα καφενεία με τον Μήτσο και τον Κίτσο. Έκανε καιρό ν’ ανέβει στην Ξάνθη, γιατί δεν ανεβαίνει… Δεν πήγαινε στα εκτός έδρας… γιατί δεν πάει. Λες κι επηρέαζε αυτό την αγωνιστική εικόνα της ομάδας. Πουλούσε παίκτες (όταν πουλούσε)… γιατί πουλάει. Δεν έβγαζε καλούς παίκτες για να τους μοσχοπουλήσει, πού  είναι, έλεγαν, ο παλιός καλός καιρός που ο Πανόπουλος έπαιρνε καλούς παίκτες, τους εξέλισσε και τους πουλούσε… Προσλάμβανε τον έναν προπονητή, εγώ δεν ξαναπατάω γήπεδο έλεγε ο Ξανθιώτης. Αλλαζε ο προπονητής, εγώ δεν ξαναπατάω μ’ αυτόν έλεγε ο άλλος… Είχε τον Λουτσέσκου, έλα μωρέ με τον Ρουμάνο.. Έγραφε γραφικές (πράγματι) ανακοινώσεις… γιατί τις γράφει. Ενώ αν έγραφε σοβαρές και μετρημένες, πρώτο θέμα θα τιην είχαν τα μεγάλα ΜΜΕ την Ξάνθη Είχε μπροστινό τον τάδε στην ΠΑΕ, γιατί τον έχει… θέλει να μας διώξει απ’ το γήπεδο… Τερμάτιζε η ομάδα έκτη, πάλι μουρμούρα και νοσταλγία για τις εποχές που έπαιζαν ο τάδε κι ο δείνα και γέμιζε το γήπεδο… Λεπτομέρεια, βεβαίως, ότι την εποχή του τάδε και του δείνα μετά βίας σωζόταν η Ξάνθη… Πήγαινε να πάιξει κάποια μεγάλη ομάδα στα Πηγάδια… γιατί της δίνει εισιτήρια στι θύρες πέρα απ’ το πέταλο Την ίδια ώρα, ωστόσο, όχι μόνο δεν πήγαιναν περισσότεροι οπαδοί του ΑΟΞ στα συγκεκριμένα παιχνίδια, αλλά επιπλέον έδιναν και τα διαρκείας τους σε φίλους τους/οπαδούς μεγάλων ομάδων, αν δεν υποστήριζαν οι ίδιοι μεγάλη ομάδα… Δεν πουλούσε ο Πανόπουλος την ΠΑΕ… γιατί δεν την πουλάει. Την πούλησε… γιατί την πούλησε… Ηταν δεμένος ο Πανόπουλος στο τάδε «άρμα», γιατί είναι τσάτσος του… έτσι, δεν ξανασχολούμαι με την Ξάνθη… Αλλά ασχολιόταν ως οπαδός της μεγάλης ομάδας που είχε το «άρμα»…

Και δεν ήταν μόνο οι απλοί φίλαθλοι, αλλά και οι επιφανείς ποδοσφαιροφωστήρες της πόλης. Ενώ φαινόταν από μήνες πού πάει το πράγμα με τον Πάπας και θα μπορούσε ίσως να βρεθεί μία λύση για ένα restart από μικρότερη κατηγορία (με κάποιο καθαρό ΑΦΜ και με νέο όνομα, εντέχνως επινοημένο…), όλοι ήλπιζαν ότι… οσονούπω ο Μπιλ ξεμπλοκάρει και τα ανοίγει κανά την κάνουλα. Πώς ήλπιζαν; Γιατί ήλπιζαν; Άβυσσος, και το μυαλό και η ψυχή των ανθρώπων… Το «οσονούπω», βεβαίως, έγινε ποτέ. Δυστυχώς, είναι αργά για δάκρυα, Στέλλα! Λυπάμαι μόνο, κι οφείλω να το καταθέσω,  αυτούς, τους λίγους, που γούσταραν μια ομάδα επαγγελματικού επιπέδου και το έδειχναν.

Σήμερα που μιλάμε, λοιπόν, η Ξάνθη είναι μια πόλη με: α) Ένα παλιό γήπεδο, εντός αστικού ιστού, περίπου 8-9 χιλιάδων θέσεων, που μ’ ένα λίφτινγκ κάλλιστα θα μπορούσε να σουλουπωθεί β)  Ένα γήπεδο 18ετίας και ανακαινισμένο το 2020, χωρητικότητας, 7.000 θέσεων στα Πηγάδια γ) Ένα Δημοτικό στάδιο με στίβο και χόρτο και μια κερκιδούλα. Στο πρώτο παίζει ο Ορφέας (μία από τις δύο ομάδες που το 1967 συγχωνεύθηκαν για να γίνει ο ΑΟΞ), που επανιδρύθηκε πριν από κάποια χρόνια και είναι σταθερά υπόθεση ενός ανθρώπου. Που ανέβηκε πέρυσι στη Β’ Εθνική, αλλά δεν είχε τη δυνατότητα να γίνει ΠΑΕ και δεν… ανέβηκε, αλλά συνεχίζει στη Γ’ Εθνική (προφανώς για να ξανανέβει κάποια στιγμή και να μην… ξαναναγίνει). Στο Δημοτικό παίζει η άλλη συνιδρύτρια του ΑΟΞ, η Ασπίδα, από χρόνια επανασυσταθείσα κι αυτή που όπως κι ο Ορφέας παίζει μεταξύ συγγενών και φίλων. Τουλάχιστον αυτή καλλιεργεί και μπάσκετ και χάντμπολ, αθλούνται αγοράκια και κοριτσάκια… Και, το σημαντικότερο, στα Πηγάδια δεν θα παίζει καμία ομάδα, αφού Αθλητικός Όμιλος Ξάνθη δεν θα υπάρχει ούτε σε ερασιτεχνική κατηγορία, κθώς και δεν υφίσταται εν λειτουργία ιδρυτικό σωματείο, Ερασιτέχνης ΑΟ Ξάνθη. Άλλη μία πανελλήνια πρωτοτυπία της πόλης…

Είναι, επίσης, μια πόλη που διαθέτει ένα κλειστό 4.000 θέσεων, αλλά που η μεγαλύτερη διάκριση που έχει ζήσει η Ξάνθη σε αυτό το κλειστό είναι η… κατασκευή από τους ντόπιους ζαχαροπλάστες της μεγαλύτερης καριόκας του κόσμου! Πολυτέλεια, με λίγα λόγια οι υλικοτεχνικές υποδομές για ελληνική πόλη 50.000 κατοίκων.

Εντούτοις, θα είναι μια πόλη που θ’ ακούγεται κάθε Σεπτέμβριο, όταν θα διοργανώνει «Γιορτές Παλιάς Πόλης», που κανείς δεν ξέρει τι ακριβώς είναι. Ρωτούσαν τις προάλλες στην τηλεόραση τον απίθανο δήμαρχό της τι ακριβώς γιορτάζουν, αλλά δεν μπορούσε να το εξηγήσει. Και πώς να το εξηγήσει, αφού κανείς δεν ξέρει τι γιορτάζουν: τρώνε σουβλάκια, πηγαίνουν στα μπαράκια, ανεβαίνει και κάνας καλλιτέχνης για καμιά αρπαχτή… Ωραία που ‘ναι η θάλασσα όταν δεν έχει τσούχτρες! Ένα τέτοιο πράγμα.

Δεν ξέρω πόσοι ήθελαν κάτι τέτοιο, πάντως έγινε πράξη.